Του Γιώργου Σαριδάκη*
Αναμφίβολα, ένα θέμα που απασχολεί διαχρονικά τη σχολική κοινότητα αποτελεί το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού (ή schoolbullying, κατά την αγγλική) με περιστατικά που συμβαίνουν στον σχολικό χώρο, λειτουργώντας ως τροχοπέδη στο έργο της εκπαιδευτικής διαδικασίας και, εν συνόλω, στα εξελικτικά στάδια κοινωνικής προσαρμογής του μαθητή.
Ειδικότερα, ο σχολικός εκφοβισμός θα μπορούσε να περιγραφεί ως η κατάσταση επαναλαμβανόμενης συμπεριφοράς που εκδηλώνεται, στο χώρο του σχολείου, από ένα ανήλικο άτομο ή ομάδα ανήλικων προς το πρόσωπο άλλου ανήλικου μαθητή, με σκοπό να προκληθεί (σ’ εκείνον) αναστάτωση, τρομοκράτηση, φόβος, δυσφορία και γενικότερα σωματικός ή συναισθηματικός πόνος.
Η εν λόγω πρακτική, κατά βάση, αφορά (διαρκείς) ενέργειες επιθετικού χαρακτήρα και άσκηση διαφόρων μορφών βίας (λεκτικής, ψυχολογικής, σωματικής) με περιεχόμενο που διαχέεται από σημεία όπως: αρνητικά σχόλια υποβιβασμού, συγκεκαλυμμένα αστεία κοροϊδευτικού τύπου, απειλές, εκβιαστικές προτάσεις, φθορά προσωπικών αντικειμένων, δημόσια συκοφάντηση, αποκλεισμό από ομαδικές δραστηριότητες ή παιχνίδι, μη αποδοχή σε παρέες, σπρωξίματα, κλωτσιές ή ακόμα και σοβαρά χτυπήματα σε ευαίσθητα μέρη του σώματος.
Επιπλέον, ιδιαίτερα διαδεδομένη είναι και η μορφή εκφοβισμού που βασίζεται στις σύγχρονες τεχνολογίες (cyberbullying) και την «ανορθόδοξη» χρήση των ηλεκτρονικών μέσων από ανήλικα άτομα (προσβλητικά μηνύματα στο κινητό, παρενοχλήσεις μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, διαπόμπευση στο διαδίκτυο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τόσο με σχόλια όσο και με την ανάρτηση εικόνων και βίντεο).
Συνήθως, οι συνθήκες σχολικού εκφοβισμού συνδέονται με κοινωνικά χαρακτηριστικά των μαθητών (καταγωγή, οικονομική κατάσταση, εργασία ή μορφωτικό επίπεδο γονέων), εθνικά ή θρησκευτικά (διαφορετική εθνικότητα ή θρησκεία) και, κυρίως, με ατομικά γνωρίσματα (εμφάνιση, σωματική διάπλαση, υψηλή σχολική επίδοση), ενώ είναι δυνατόν να αναπτύσσονται ψήγματα bullying, κατά περίσταση, στο σχολικό περιβάλλον για οιαδήποτε θέματα και με στόχο, πάντα,«ξεχωριστά» και χαμηλών τόνων άτομα που δεν αρέσκονται να δημιουργούν εντάσεις και συγκρούσεις.
Έτσι, ο ανήλικος που ασκεί σχολικό εκφοβισμό ουδέποτε δεν θα προβεί εναντίον κάποιου ισάξιου σωματικά ή σε πυγμή αλλά θα επιλέξει εκείνον που θα προβάλλει ελάχιστη ή καθόλου αντίσταση… ικανοποιώντας, έτσι, την ανάγκη του να επιβληθεί και καλύπτοντας την άμετρη ανασφάλεια που τον διακατέχει (την οποία και προσπαθεί να τιθασεύσει με αυτές τις πράξεις) και καθοδηγούμενος από, τυχόν, επιρροές λανθασμένων προτύπων και προσλαμβάνουσες μη θετικών χαρακτηριστικών.
Ωστόσο, τα παιδιά που υφίσταται bullying εμφανίζουν έντονη συναισθηματική δυσκολία ( ντροπή, φόβο, ενοχές) εξαιτίας όσων βιώνουν και αποφεύγουν να μιλήσουν «ανοικτά» για το θέμα θεωρώντας ότι θα απογοητεύσουν τους γονείς και θα χάσουν την εκτίμηση τους, καταλήγοντας να εγκλωβιστούν σ’ έναν κυκεώνα αρνητικών σκέψεων και έναν αδυσώπητο σιωπηρό φόβο.
Μάλιστα, υπάρχει ισχυρή η πιθανότητα για εμφάνιση σημείων χαμηλής επίδοσης στις σχολικές υποχρεώσεις και σταδιακής κοινωνικής απόσυρσης με μειωμένη συμμετοχή σε προηγούμενα ενδιαφέροντα και αλλαγή ή τροποποίηση συνηθειών και συμπεριφοράς.
Ακόμα, οι επιπτώσεις που ενδέχεται να υπάρξουν, μελλοντικά, εμπίπτουν σε αδυναμία ισχυρών σχέσεων εμπιστοσύνης, χαμηλή αυτοεκτίμηση και γενικότερα δυσλειτουργική κοινωνική αλληλεπίδραση.
Συνεπώς, ένα τέτοιο πολυδιάστατο «κοινωνικό σύμπτωμα» – σαφέστατα – απαιτεί και μια πολυεπίπεδη παρέμβαση (για την πρόληψη και αντιμετώπιση του) που θα περιλαμβάνει συνεργασία γονέων, εκπαιδευτικών, μαθητών, ειδικών επιστημόνων και πολιτείας και θα βασίζεται σε στοχευμένες ενέργειες και σχεδιασμό.
Επί παραδείγματι, συζητήσεις γονέων – παιδιών και προϋποθέσεις ενθάρρυνσης ώστε να εμπιστευτούν τον όποιο προβληματισμό και δημιουργία συνθηκών απενεχοποίησης, προσπάθεια διαμόρφωσης υγιών προτύπων και εικόνων στο οικογενειακό περιβάλλον, ανάπτυξη και εκμάθηση στοιχείων θετικής συμπεριφοράς στο πεδίο κάθε συναναστροφής, δραστηριότητες εντός του σχολείου (με τη μορφή παιχνιδιού) για την προώθηση συλλογικού και αμοιβαίου πνεύματος και υιοθέτηση αλληλέγγυας νοοτροπίας και, επίσης, σταθερή λειτουργία ειδικών γραφείων σχολικής υποστήριξης και παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών με πλαίσιο δράσης την ενημέρωση εκπαιδευτικών, την εξατομικευμένη προσέγγιση μαθητών, τη συνεργασία με οικογένειες.Κλείνοντας, ας ενώσουμε τις δυνάμεις μας όλοι – υψώνοντας έναν τοίχο προστασίας – απέναντι σε οτιδήποτε διαταράσσει την ομαλή πορεία των παιδιών, κι ας δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις ώστε το σχολείο να είναι ένας χώρος διδασκαλίας αλλά και χώρος ανάπτυξης της φιλίας, του σεβασμού και της συνεργασίας…απαλλαγμένος, εντελώς, από κάθε μορφή επιθετικότητας, βίας και εκφοβισμού σε βάρος της διαφορετικότητας και της ευαισθησίας.
*Ο Γιώργος Σαριδάκης είναι κοινωνικός λειτουργός